Τετάρτη 27 Μαΐου 2009

Πίσω από την προφάνεια του τηλεοπτικού ορίζοντα…


Βραδιά Champions League η σημερινή! Βραδιά που πάνω από 2,5 δισεκατομμύρια τηλεθεατές θα καρφωθούν μπροστά στον τηλεοπτικό τους δέκτη, για να απολαύσουν το θέαμα που καλούνται να προσφέρουν οι αστέρες της Barcelona και της Manchester United. Πόσοι, όμως, θα αναρωτηθούν τι κρύβεται πίσω από το ποδοσφαιρικό θέαμα, τι κρύβεται πίσω και πέρα από τις τέσσερις γραμμές του γηπέδου; Τι κρύβεται πίσω από έναν αγώνα μεταξύ μιας από τις πλουσιότερες ομάδες του πλανήτη (Manchester United) απέναντι σε εκείνη που για περισσότερο από έναν αιώνα αρνήθηκε να βάλει χορηγό στη φανέλα της (Barcelona); 

Είναι, άραγε, το ποδόσφαιρο – αυτή η τόσο κερδοφόρα και καλά οργανωμένη επιχείρηση – εντός των σύγχρονων κοινωνιών ένα απλό άθλημα, ένα αθώο παιχνίδι, το οποίο περιφρονείται από τους διανοούμενους και αγκαλιάζεται από τις μάζες; 

Ή μήπως συμβαίνει το ποδόσφαιρο, ως κοινωνικό φαινόμενο να αντανακλά βαθύτερες κοινωνικές διεργασίες που λαμβάνουν χώρα σε τομείς που αγκαλιάζουν οι διανοούμενοι και οι οποίοι περιφρονούν τις μάζες; Σκεφτόμαστε, άραγε, γιατί το ποδόσφαιρό έχει γίνει την τελευταία δεκαετία, ένα παιχνίδι όπου το κρίνουν οι παίκτες του κέντρου και μάλιστα, οι πιο εργατικοί και πειθαρχημένοι από αυτούς, ήτοι τα «αμυντικά χαφ»; Σκεφτόμαστε, άραγε, γιατί το ποδόσφαιρο έχει γίνει ένα παιχνίδι όπου οι παίκτες που ξεσηκώνουν την εξέδρα για τις αμιγώς ποδοσφαιρικές τους ικανότητες σπανίζουν; Αναρωτιόμαστε, για την ανθρωπογεωγραφία αυτής της εξέδρας; Για την εξαφάνιση των λαϊκών στρωμάτων και την προσέλκυση των μεσοαστικών; Για την εξαφάνιση του ίδιου του κοινού από τις κερκίδες και τον πολλαπλασιασμό του κοινού στον καναπέ; Για τα μέτρα πειθάρχησης και ελέγχου των μαζών που κρύβονται πίσω από ό,τι καλείται «καταπολέμηση της βίας»; Για την μανία με τον πρωταθλητισμό σε μία πλήρως ιατρικοποιημένη κοινωνία;

Με τα ερωτήματα αυτά – και πολλά άλλα που θα μπορούσε να θέσει κανείς – δεν τα βάζουμε με το ποδόσφαιρο. Δεν στρεφόμαστε εναντίον του. Στρεφόμαστε εναντίον της προφάνειας που το καλύπτει. Μήπως, τελικά, το ποδόσφαιρο είναι κάτι παραπάνω από ένα παιχνίδι; Μήπως, εν τέλει, η φράση «ποδοσφαιροποίηση της πολιτικής» έχει περισσότερες ερμηνείες από όσες νομίζουμε; Μήπως πρέπει να το φιλοσοφήσουμε λίγο παραπάνω ακολουθώντας το παράδειγμα των Monty Python;

Μήπως πρέπει να ξαναμάθουμε το παιχνίδι;

Δευτέρα 25 Μαΐου 2009

Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο (II) . . .

Του ανταποκριτή μας από τα Εξάρχεια, Marcel Proust (ο οποίος άρτι αφιχθείς από τη Μόσχα έφερε έναν αέρα ρομαντισμού και έρωτα...Αντι-γράφουμε ελπίζοντας ότι του τον προκάλεσαν οι ρωσίδες και όχι ο Sakis...)
Μέσα στη σαρωτική δίνη του χαμένου χρόνου της μονότονης και μελαγχολικής μας καθημερινότητας, είναι καταπληκτικό να μπορούμε ακόμη να ανακαλύπτουμε καινούργια ερεθίσματα που μπορούν να μας βοηθήσουν να επανακτήσουμε και να επανασυγκροτήσουμε – έστω και για κάποιες λίγες στιγμές – το χαμένο αυτό χρόνο…
Μία τέτοια ευκαιρία προσφέρει αναμφίβολα και η παράσταση Σονέτα, που ανεβαίνει από τις 14/05 μέχρι τις 06/06 στο Κέντρο Λόγου και Τέχνης, στα Εξάρχεια. 

Είκοσι εννέα σονέτα του William Shakespeare, τα οποία μέσα από την έξοχη μετάφραση του Διονύση Καψάλη και τη συγκλονιστική ερμηνεία των δύο πρωταγωνιστών, Μαρίας Κίτσου και Μάνου Καρατζογιάννη, μας υπενθυμίζουν ότι «μόνος γίνεσαι κανένας», και μας καλούν να αναρωτηθούμε «τι μπορεί να σημαίνει για έναν άνθρωπο – πέρα από ηλικία και φύλο – η ανάγκη να αγαπήσει, να αγαπηθεί, να δημιουργήσει μέσα από τον έρωτα και μέσα από αυτόν να νικήσει τους φόβους του»;

Άλλωστε, με όποια μορφή κι αν παρουσιάζεται κι όποιο κι αν είναι το αντικείμενό του, ο έρωτας δεν είναι αυτός που, τελικά, κινεί τα πάντα, που μας παρασύρει στις πιο ρομαντικές αυταπάτες, που μας ωθεί στις πιο παράτολμες και εξεγερτικές πράξεις, που εμφυσά πνοή στα πιο τρελά και δημιουργικά μας όνειρα, που προσδίδει ουσία και νόημα σε ό,τι φαντάζει – και, ίσως, πράγματι, να είναι – ασύλληπτο και ακατάληπτο;
(Ciphers & Constellations in Love with a Woman, Joan Miro, 1941).
Και, για να δανειστούμε και τους στίχους του ποιητή:
Είχα κλείσει τα μάτια
για ν’ ατενίζω το φως.

Τυφλός.
Είχα κάψει τη φλόγα
για ν’ αναπνέω.

Τις νύχτες
αφουγκραζόμουν τους θρόους της σιγής
κι η ανάσα του χαμόγελου 
δε γνώριζε τη μετάνοια.

Να δακρύζω
πάνω στα διάφανα χέρια μου 
από μια διάφανη χαρά 
που δεν επιθυμεί.

Όχι θωπεία. Όχι όνειρο.
Πιο πέρα.
Εκεί που καταλύεται τ’ όνειρο
κι η φθορά έχει φθαρεί.

Κι ήρθες εσύ.

Γιάννης Ρίτσος, Εαρινή Συμφωνία, (Κέδρος, 1986).


Κυριακή 17 Μαΐου 2009

Αναζητώντας το χαμένο χρόνο (I) . . .

Του ανταποκριτή μας στη Μόσχα, Marcel Proust.

Με αφορμή το χθεσινό πανηγύρι της Eurovision και τις ατελείωτες συζητήσεις που και πάλι προκάλεσε για τις φωνητικές ικανότητες, τις ενδυματολογικές επιλογές και τις σεξουαλικές προτιμήσεις των συμμετεχόντων, ας αναφερθούμε σε κάποιες άλλες απόπειρες επιβολής στυλιστικών(;) προτύπων…  
Νοέμβριος 1926: Η «εθνοσωτήριος» δικτατορία του στρατηγού Παγκάλου επισφραγίζει το φαιδρότατο, γραφικό, αλλά οπωσδήποτε βίαιο και κατασταλτικό, χαρακτήρα της με το ακόλουθο, περιβόητο πια, διάταγμα: «Ορίζομεν όπως αι κυρίαι και δεσποινίδες αι άνω των 12 ετών, οσάκις (όχι ο Ρουβάς, προφανώς) περιέρχονται τα δημόσια εν γένει μέρη, ως και όταν εισέρχονται εντός των δημοσίων κέντρων, φέρωσι φούστας ων το κατώτατον άκρον δέον να απέχη από του εδάφους 30 εκ. Του μέτρου θεωρούνται συνυπεύθυνοι οι γονείς ή οι επίτροποι των ανηλίκων κοριτσιών»{1}.
Δεκέμβριος 2008: Με αφορμή τα γεγονότα της εξέγερσης, που ακολούθησαν την εν ψυχρώ δολοφονία του 15χρονου Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου από ειδικό φρουρό, στα Εξάρχεια, ξεκινά ο δημόσιος διάλογος σχετικά με το ζήτημα της χρήσης της κουκούλας και της κάλυψης των χαρακτηριστικών του προσώπου όσων συμμετέχουν σε πορείες. Αποκορύφωμα αποτελεί η ακραία θέση αρκετών να καταστεί η χρήση της κουκούλας ιδιώνυμο αδίκημα. Μετά από διαρκείς ελιγμούς και νομοθετικές αλλαγές, και, ενώ αρχικά είχε υιοθετήσει την παραπάνω πρόταση, η κυβέρνηση επιλέγει να μεγαλώσει τις ποινές στα αδικήματα που διαπράττονται από όσους/ες έχουν καλυμμένα τα χαρακτηριστικά του προσώπου τους. 
Τελικά, τι αλλαγές έφερε ο χρόνος 82 χρόνια μετά;


Το ζήτημα είναι εάν διαφέρει σήμερα το look όσων αποτελούν «απειλή»;

Στη λεγόμενη «κοινωνία της διακινδύνευσης» (‘risk society’), όπου μας μαθαίνουν ότι περιβαλλόμαστε διαρκώς από νέους κινδύνους, οι οποίοι πρέπει να αντιμετωπιστούν με συνεχή έλεγχο και επιτήρηση, πού βρίσκεται, άραγε, αμπαρωμένη η δημοκρατία την οποία, αυτοί που μας ελέγχουν και μας επιτηρούν, διαρκώς επικαλούνται; Μήπως, τελικά, ισχύει ότι…  

Και, σε αυτήν την περίπτωση, μήπως η μόνη λύση είναι να ακολουθήσουμε πιστά την προτροπή του G. Deleuze ότι «δεν είναι η ώρα ούτε να κλάψουμε, ούτε να ελπίσουμε, χρειάζεται μάλλον να αναζητήσουμε νέα όπλα»{2}…

{1}. Εφημερίδα, Το ΠΟΝΤΙΚΙ, 28/06/2007
{2}. G. Deleuze, Η κοινωνία του ελέγχου, (Ελευθεριακή Κουλτούρα, 2001),  σ. 10.


Πέμπτη 14 Μαΐου 2009

Περί φοιτητικών εκλογών...

Όσο δεν υπάρχουν τόσο όμορφες υποψήφιες και τόσο ευφάνταστοι υποψήφιοι (ή το αντίστροφο...)


τόσο τη θέση της κάλπης θα παίρνει...

και εμείς θα νομίζουμε ότι ακούμε την επαναστατημένη φωνή της νεολαίας - όπως κάποιοι νόμιζαν το Δεκέμβρη που μας πέρασε - ενώ στην πραγματικότητα ακούμε τη φωνή της Δ.Α.Π. και των λοιπών νεολαιίστικων δυνάμεων...(μην το δοκιμάσετε μόνοι στο σπίτι...θέλει συλλογικές διαδικασίες...)

και ενώ θα μας καβαλάνε οι ίδιοι και οι ίδιοι...


εμάς θα μας αρέσει νομίζοντας κιόλας ότι το εκλέξαμε...

Δευτέρα 4 Μαΐου 2009

Τα τρία γουρουνάκια...

Το παραμύθι με τα τρία γουρουνάκια το ξέρουμε όλοι ή σχεδόν όλοι...Το παραμύθι με τη "γρίπη των χοίρων", όπου όπως διαδίδουν τα ΜΜΕ, οι προβλέψεις των "επιστημόνων" κάνουν λόγο για 200.000.000 θύματα το ξέρουμε, άραγε; Μήπως αυτό το τελευταίο παραμύθι χρησιμεύει στο να μας κάνει να ξεχάσουμε την ασθένεια που έχει προσβάλει την κοινωνία μας και στην οποία δεν έχουμε βρει ακόμα τη θεραπεία; Μήπως αυτό το τελευταίο παραμύθι χρησιμεύει στο να επικυρώσει τη λήθη που διακατέχει την κοινωνία μας και η οποία μας οδηγεί στο λήθαργο; Μήπως αυτό το τελευταίο παραμύθι χρησιμεύει στο να μασκαρέψει και να φτιασιδώσει την "πραγματικότητα" που βιώνουμε καθημερινά στους δρόμους;



Ας βρούμε τις διαφορές μεταξύ των δύο εικόνων και ας τολμήσουμε να θέσουμε το ερώτημα: Ποια είναι, αλήθεια, η γρίπη των χοίρων; Μήπως μας έχει ήδη προσβάλει; Μήπως ό,τι ονομάστηκε "Δεκεμβριανά 2008" είχε εξ αρχής προσβληθεί από αυτή; Πώς αλλιώς να εξηγήσει κανείς το παράδοξο μίας εξέγερσης που γεννήθηκε με έναν θάνατο (του Αλέξη) και πέθανε με μία γέννηση (του Χριστού); Μήπως έπασχε από τη γρίπη των χοίρων; Μήπως το μόνο ζήτημα ήταν η εκτόνωση ενός συναισθήματος; Τα γουρουνάκια δε μας ενοχλούν πια; Γιατί πάντα να είναι ο λύκος ο "κακός"; Επειδή έτσι μας έμαθαν από μικρά;



Πάντα με τα γουρουνάκια θα είμαστε; Ποτέ με το λύκο; Πάντα θα κυλιόμαστε σα γουρούνια στη λάσπη της παραγωγής και της κατανάλωσης και vice versa; Μήπως, τελικά, όλα έγιναν, για να έχουμε το δικαίωμα να πίνουμε "ελεύθερα" τη μπύρα μας στα εξάρχεια; Μήπως γι' αυτό όλα τελείωσαν, όταν έπρεπε να αρχίσουμε να καταναλώνουμε οικογενειακά τις άγιες ημέρες της γέννησης του Θεανθρώπου και για να γυρίσουμε στις δουλειές μας και τις εξεταστικές μας, για να παράγουμε κατά μόνας, αφού εκτονωθήκαμε και έπεσε ο πυρετός της εξέγερσης; Μήπως, άραγε, το μόνο που έχουμε μάθει είναι να παράγουμε και να καταναλώνουμε;
Ή με τα λόγια του Baudrillard: "Μια σκιά στοιχειώνει την επαναστατική φαντασία: το φάντασμα της παραγωγής. Τροφοδοτεί παντού έναν ξέφρενο ρομαντισμό της παραγωγικότητας. Η κριτική σκέψη του τρόπου παραγωγής δε θίγει την αρχή της παραγωγής. Όλες οι έννοιες που συναρθρώνονται γύρω από αυτή, διαγράφουν μόνο τη γενεαλογία - ιστορική - των περιεχομένων της παραγωγής κι αφήνουν άθικτη την παραγωγή ως μορφή." {1}

Αν δεν πολεμήσουμε τη σκιά της παραγωγής δε θα πολεμήσουμε και το φάντασμα της κατανάλωσης. Όμως, εμείς μάθαμε απο μικροί ότι όλα είναι "εργασία και χαρά", παραγωγή και κατανάλωση...Υπάρχει εμβόλιο απέναντι στον ιό της δημιουργικότητας μέσα από την καριέρα και της ευτυχίας μέσα από την κατανάλωση;

Αν δεν απαντήσουμε σε αυτά τα ερωτήματα δε θα ζήσουν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα, αλλά και μη χοιρότερα να λέμε...


{1}. Baudrillard J., Ο Καθρέφτης της Παραγωγής ή η κριτική αυταπάτη του ιστορικού υλισμού (Αλεξάνδρεια, 1990), σ. 13.